- σῴζων
- σώζωpres part act masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Σώζων — Όνομα Αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Βοσκός, ο οποίος καταγόταν από τη Λυκαονία και έζησε τον 3o αι. Προτού γίνει χριστιανός ονομαζόταν Ταράσιος. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο, επειδή κάποτε στην Πομπηιούπολη της Κιλικίας απόσπασε κρυφά το… … Dictionary of Greek
σώζων — σώζω pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σώζω — σῴζω, ΝΜΑ, και σώνω Ν, και σώω και επικ. τ. σαόω, Α 1. διατηρώ κάποιον ή κάτι σώο, απαλλάσσω από κίνδυνο, από φθορά, από καταστροφή, από θάνατο, διασώζω, περισώζω, γλυτώνω (α. «τόν έσωσε η έγκαιρη εγχείρηση» β. «οι πυροσβέστες έσωσαν όλους τους… … Dictionary of Greek
Moudros — Stadtgemeinde Moudros (1997–2010) Δήμος Μούδρου (Μούδρος) … Deutsch Wikipedia
Mudros — Gemeinde Moudros Δήμος Μούδρου (Μούδρος) DEC … Deutsch Wikipedia
Созонт — Род: мужской Этимологическое значение: спасающий Другие формы: * Созон * Сазон Уменьш. формы: * Сазыка * Созыка Связанные статьи: начинающиеся с «Созонт» … Википедия
Созон — греческое Род: муж. Этимологическое значение: «спасающий» Отчество: Созонович Созоновна Другие формы: Созонт Производ. формы: Созонка; Зоня[1] Связ … Википедия
Сазыкин — Сазыкин, Созыкин русская фамилия, образованная от «Сазыка» уменьшительной формы мужского крестильного имени Созонт (от греч. Σώζων «спасающий»). Известные носители Сазыкин, Алексей Георгиевич (1943 2005) российский… … Википедия
εφέπω — ἐφέπω (Α) Ι. ενεργ. 1. χειρίζομαι, χρησιμοποιώ επιδέξια, στρέφω, εκσφενδονίζω («ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος», Πίνδ.) 2. κατευθύνω προς κάποιον ή εναντίον κάποιου («Πατρόκλῳ ἔφεπε κρατερώνυχας ἵππους», Ομ. Ιλ.) 3. εξαναγκάζω κάποιον με τη βία,… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek